Μαλπίγκι, Μαρτσέλο

Μαλπίγκι, Μαρτσέλο
(Marcello Malpighi, Κερεβαλκόρε, Μπολόνια 1628 – Ρώμη 1694). Ιταλός φυσιολόγος και ανατόμος. Το 1653 πήρε πτυχίο ιατρικής και φιλοσοφίας από το Πανεπιστήμιο της Μπολόνια. Δίδαξε στα πανεπιστήμια της Πίζας (1656-59), της Μεσσήνης (1662-66) και της Μπολόνια (1666-91). Υπήρξε θεμελιωτής της μικροσκοπικής ανατομικής και ένθερμος υποστηρικτής των θεωριών του Ιπποκράτη. Για τον λόγο αυτόν του εναντιώθηκαν για πολύ καιρό, και μερικές φορές με βιαιότητα, οι οπαδοί των θεωριών του Γαληνού, στο τέλος όμως η ακρίβεια των παρατηρήσεών του τον δικαίωσε. Υπέβαλλε σε μικροσκοπική παρατήρηση φυτά, έντομα, παράσιτα, ζωικούς ιστούς και ανθρώπινα όργανα, συσσωρεύοντας πλήθος νέων ανακαλύψεων. Υπήρξε ο προσωπικός γιατρός του πάπα Ιννοκέντιου ΙΒ’ (1676-89). Στον Μ. οφείλεται η ανακάλυψη της κυψελιδωτής δομής των πνευμόνων, η αναγνώριση των κυττάρων ως δομικών στοιχείων των ιστών, η πρώτη περιγραφή των λεμφοζιδίων του σπληνός και των σωματίων του νεφρού που φέρουν το όνομά του, καθώς και η ανακάλυψη των ερυθρών αιμοσφαιρίων (1661), συμπληρώνοντας τη θεωρία του Άγγλου Γουίλιαμ Χάρβεϊ για την κυκλοφορία του αίματος. Επίσης μελέτησε λεπτομερώς την ανατομία του μεταξοσκώληκα, δημοσιεύοντας τα αποτελέσματα των παρατηρήσεών του σε μια μελέτη με τον τίτλο Περί βόμβυκος (De bombyce, 1669). Συνέγραψε πολλές άλλες μελέτες, οι οποίες συγκεντρώθηκαν ως Άπαντα (Malpighi opera omnia, 1687) σε μια ογκώδη έκδοση. Μετά το θάνατό του εκδόθηκαν τα επόμενα έργα του (Malpighi opera postuma, 1967-98).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • βιολογία — Επιστήμη που ερευνά τους γενικούς νόμους που διέπουν τη ζωή. Ο όρος χρησιμοποιείται άλλοτε με την έννοια της επιστήμης που ερευνά τις σχέσεις μεταξύ των ζωντανών οργανισμών και του περιβάλλοντός τους και άλλοτε με την έννοια της επιστήμης που… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • ανατομία — Η επιστήμη που μελετά τη μορφή και τη δομή των έμβιων οργανισμών. Υποδιαιρείται σε α. των φυτών, α. των ζώων και α. του ανθρώπου. Η τελευταία διαιρείται και αυτή σε δύο βασικούς κλάδους: την περιγραφική και την τοπογραφική. Η περιγραφική… …   Dictionary of Greek

  • δακτυλοσκοπία — Τεχνική με την οποία διαπιστώνεται η ταυτότητα ενός προσώπου και βασίζεται στη λήψη, στην παρατήρηση και στην ταξινόμηση των δακτυλικών αποτυπωμάτων του. Είναι γνωστό ότι στα δάχτυλα των χεριών και των ποδιών, το δέρμα της εσωτερικής επιφάνειας… …   Dictionary of Greek

  • εντομολογία — Η επιστήμη που μελετά τα έντομα. Η ε. είναι ένας από τους κλάδους της ζωολογίας που έχει μελετηθεί περισσότερο, όχι μόνο από ειδικούς επιστήμονες, αλλά και από ερασιτέχνες, συχνά άριστους, τους οποίους προσέλκυσε ο μεγάλος αριθμός και η ποικιλία… …   Dictionary of Greek

  • ζωολογία — Κλάδος της βιολογίας που μελετά τα ζώα, είτε στις διάφορες μορφές και εκδηλώσεις τους είτε στις αμοιβαίες σχέσεις με τα όμοιά τους και με το περιβάλλον. Όπως προκύπτει από τον τόσο ευρύ ορισμό, η ζ. περιλαμβάνει διάφορους κλάδους. Με τις μορφές… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”